Ηωσινοφιλικό σύνδρομο και γενετική προδιάθεση
Ηωσινοφιλικό σύνδρομο και γενετική προδιάθεση
Σε ένα μεγάλο τμήμα των ασθενών με υπερηωσινοφιλικό σύνδρομο έχει γίνει ήδη πιστοποίηση μιας γενετικής προδιάθεσης. Συγκεκριμένα, από όσα γνωρίζουμε και στη Βιονευρολογική, έχουν βρεθεί γονίδια του τέταρτου χρωμοσώματος, τα οποία προκαλούν διαταραχές της τυροσινικής κινάσης, που είναι μια χαρακτηριστική πρωτεΐνη για τη δημιουργία αυτού του συνδρόμου.
Τα γονίδια έχουν ταυτοποιηθεί και μάλιστα σε ορισμένα προηγμένα εργαστήρια έχουν μπει και στη διαγνωστική ρουτίνα. Δηλαδή, υπάρχουν πλέον αιματολογικές κλινικές, οι οποίες στη γενική διαβάθμιση των ερευνών περιλαμβάνουν και την έρευνα για τα εν λόγω δυο γονίδια που είναι χαρακτηριστικά για την υπερηωσινοφιλία.
Μάλιστα, αυτό το κάνουν κυρίως για θεραπευτικούς λόγους, διότι συγκεκριμένα αναπτύσσεται τον τελευταίο καιρό ένας αναστολέας της τυροσινικής κινάσης, ο οποίος έχει θεραπευτικές ιδιότητες σε αυτό το σύνδρομο.
Γεγονός είναι πως από όλη αυτή την έρευνα και τις γνώσεις παραμένει η «υπόδειξη» ότι τόσο κλινικά όσο και αναμνηστικά πρέπει να γίνεται έρευνα εις βάθος για την τυχόν ύπαρξη ανοσολογικής επιβάρυνσης, γονιδιακής μορφής στους ασθενείς αυτούς.
Να το πούμε με πιο απλά λόγια, όταν έχουμε τέτοιες περιστάσεις οφείλουμε να εξετάζουμε όλους τους συγγενείς πρώτου βαθμού, διότι κατά κανόνα υπάρχει μια απόκλιση ή ότι αφορά τα ηωσινόφιλα ή άλλα αιματολογικά στοιχεία.
Πρέπει λοιπόν να είμαστε προσεκτικοί και η ενημέρωση του γιατρού να γίνεται προς όλες τις κατευθύνσεις με επιμέλεια και υπομονή.