«Συναισθηματική» ενσυναίσθηση
Ο όρος «συναισθηματική ενσυναίσθηση» προέκυψε από την ψυχανάλυση τα τελευταία χρόνια και πρόκειται για την περιγραφή αυτής της κατάστασης όπου κανείς προσαρμόζει τα συναισθήματά του ακριβώς μ’ αυτά του ατόμου απέναντί του. Δηλαδή, χαίρεται όταν αυτός χαίρεται, λυπάται και συμπάσχει όταν συμβαίνει το ίδιο στον άλλον. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, προσαρμόζει τα συναισθήματά του κατά κάποιον τρόπο όπως ο απέναντι, προκειμένου να υπάρχει μία αρμονία στο σύνολο της συνύπαρξής τους. Πολύ τακτικά το συναντάμε αυτό στις οικογενειακές περιπτώσεις ή ακόμη πιο συγκεκριμένα σε περιπτώσεις ζευγαριών ή σε εργασιακές στενές σχέσεις. Πρόκειται για ένα σύμπλεγμα αντιλήψεων και συναισθημάτων όπου ο ένας προσπαθεί να «μιμηθεί» την ψυχολογική κατάσταση του άλλου. Στην ουσία θεωρείται μία διαβάθμιση της ενσυναίσθησης προς μία κατεύθυνση αλλά τα τελευταία χρόνια η «συναισθηματική» ενσυναίσθηση παίζει όλο και μεγαλύτερο ρόλο στις σχέσεις των ανθρώπων, γιατί πλέον είναι κάτι που μπορεί να ερευνηθεί και το κυριότερο να τροποποιηθεί.