Διαταραχές του βαδίσματος και δυσαρθρία
Οι διαταραχές του βαδίσματος ακόμη και από τη νεαρή ηλικία, ανάλογα με τη «φόρμα» και την κλινική εικόνα που παρουσιάζουν, αποτελούν ένα μεγάλο ιατρικό διαγνωστικό πρόβλημα.
Όπως έχουμε δει σε πάρα πολλές περιπτώσεις στη Βιονευρολογική, η διαγνωστική τους επεξήγηση και αποσαφήνιση μπορεί να κρατήσει χρόνια και πολλές φορές και αυτή ακόμη να μην είναι επιτυχής.
Υπάρχουν όμως περιπτώσεις που ο συνδυασμός με άλλα συμπτώματα δίνει την ευκαιρία να προχωρήσει η διάγνωση πιο γρήγορα και να ληφθούν τα κατάλληλα ιατρικά μέτρα για μια πιθανή θεραπεία.
Ιδιαίτερα, τα τελευταία χρόνια, που υπάρχουν πάρα πολλά τεχνικά μέσα για τον έλεγχο του βαδίσματος, όπως και για άλλα νευρολογικά συμπτώματα. Αυτές οι παθήσεις έρχονται όλο και περισσότερο στο φως.
Μια τέτοια πάθηση, συγκεκριμένα εκφυλιστικού χαρακτήρα, όπως είναι αυτή της σπονδυλοπαρεγκεφαλιδικής ατροφίας, συνδυάζεται η προοδευτική δυσκολία του βαδίσματος με μια μικρού ή μεγάλου βαθμού δυσαρθρία.
Η δυσαρθρία εμφανίζεται κατά κανόνα δευτερογενώς και μπορεί να είναι από ελαφριά μέχρι πολύ έντονη, αλλά εκείνο που είναι χαρακτηριστικό είναι ότι με το χρόνο συμβαδίζει σε δυσκολία και προοδευτικότητα με τη δυσχέρεια του βαδίσματος.
Πάντως, αυτές οι δυο καταστάσεις αποτελούν ένα ουσιαστικό δίπολο συμπτωμάτων που αν το χρησιμοποιήσει ο κλινικός γιατρός στοχεύει εύκολα στη διάγνωση της προοδευτικής σπονδυλοπαρεγκεφαλιδικής εκφύλισης.
Στην προκειμένη περίπτωση, χρειάζεται όπως έχουμε αναφέρει μια έγκυρη χρησιμοποίηση όλων των τυχών διαγνωστικών μέτρων που έχει στη διάθεση του, αλλά κυριότερο και ουσιαστικότερο είναι μια ανάλυση των κληρονομικών ιστορικών που πάντα δίνει την ευκαιρία να βρει παρόμοια συμπτώματα.
Η στήριξη πάνω στο ιστορικό αποτελεί τη μεγαλύτερη βάση της τοποθέτησης της διάγνωσης. Οι άλλες γνωματεύσεις από διάφορες εξετάσεις επικουρικά ενισχύουν τη διάγνωση.