Αντισώματα για τη θεραπεία των μετατραυματικών παραλύσεων του νωτιαίου μυελού
Συγκεκριμένα αντισώματα «παράγονται» σε ιατρικά πειράματα, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για τη θεραπεία των μετατραυματικών παραλύσεων του νωτιαίου μυελού.
Συγκεκριμένα αντισώματα «παράγονται» σε ιατρικά πειράματα, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για τη θεραπεία των μετατραυματικών παραλύσεων του νωτιαίου μυελού.
Τελευταία ένα καινούργιο φάρμακο, συγκεκριμένα το πεπτίδιο NAP1-40, έχει αναπτυχθεί και κυκλοφορήσει στην αγορά· πρόκειται για μια ουσία συγκεκριμένου πεπτιδίου, Αμερικάνικης προέλευσης, η οποία έχει μια ιδιαίτερη και ξεχωριστή δυνατότητα σε ότι αφορά τη λειτουργία του νευρικού συστήματος.
Ο νωτιαίος μυελός είναι ο κύριος διαβιβαστής εντολών από το περιφερικό νευρικό σύστημα προς τον εγκέφαλο και αντίστροφα∙ κατά κύριο λόγο οι λειτουργίες του αφορούν την μεταβίβαση σημάτων που αφορούν την αισθητικότητα, τον πόνο και την κίνηση.
Ύστερα από ένα μικρό ή μεγάλο τραύμα σχεδόν πάντοτε μια «υποφυσιακή» διαταραχή παραμένει για χρόνια.
Μετά από μια κρανιοεγκεφαλική κάκωση εμφανίζεται συνήθως κατά κανόνα μια διαταραχή της συγκέντρωσης για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Οι παραλύσεις που δημιουργούνται από τα τραύματα του νωτιαίου μυελού είναι από τις πλέον επικίνδυνες και πιο δύσκολα θεραπεύσιμες καταστάσεις στη νευρολογία.
Το συμπλήρωμα ορμονικών ελλείψεων δεν έχει καμία σχέση με το χρόνο εμφάνισης των ελλείψεων∙ όποτε αυτές γίνουν αντιληπτές και όπως παρουσιαστούν γιατί τις περισσότερες φορές μπορεί και να «υποβόσκουν», πρέπει να γίνεται άμεσα μια συμπλήρωση αυτών των ορμονών.
Τα τελευταία χρόνια στην πρόοδο της νευρολογίας ανήκει ένα πάρα πολύ μεγάλο κεφάλαιο νέων ανακαλύψεων σε ότι αφορά τη θεραπεία των παραλύσεων των νεύρων.
Οι ορμονικές διαταραχές που προκύπτουν μετά απ’ ένα εγκεφαλικό τραύμα μπορεί να είναι και χρόνιες, αν δεν γίνει έγκαιρα η αναγνώριση των συνεπειών τους.
Στις κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, όπου ο εγκέφαλος τραυματίζεται σε διάφορες θέσεις αλλά κατά κύριο λόγο παρουσιάζει μια μικρή ή μεγάλη υποφυσιακή διαταραχή, υπάρχει πάρα πολύ μεγάλος κίνδυνος να δημιουργηθούν προϋποθέσεις για μια δυσάρεστη κατάληξη μετά από σοκ.
Μετά από μια κρανιοεγκεφαλική κάκωση συγκεκριμένες ορμόνες πρέπει να είναι κάτω από συνεχή έλεγχο∙ κυρίως αυτές που μας ενδιαφέρουν σε «πρώτο πλάνο» είναι οι αναπτυξιακές ορμόνες, οι ορμόνες του θυρεοειδούς, η κορτιζόλη και η προλακτίνη.
Η νόσος του Hashimoto βασίζεται σε μια δυσλειτουργία μεταξύ εγκεφάλου, υπόφυσης και θυρεοειδούς αδένα.
Στα εγκεφαλικά τραύματα η πρώτη φροντίδα είναι να αποκατασταθεί ο ασθενής και να ληφθούν εκείνα τα επείγοντα ιατρικά μέτρα, προκειμένου να σωθεί η ζωή του και να παραμείνει σε κατάσταση εγρήγορση
Η υπόφυση είναι ένας αδένας σε μέγεθος μπιζελιού που κρέμεται μ΄ έναν μίσxο από τον υποθάλαμο του εγκεφάλου.
Στα εγκεφαλικά τραύματα η πρώτη φροντίδα είναι να αποκατασταθεί ο ασθενής και να ληφθούν εκείνα τα επείγοντα ιατρικά μέτρα, προκειμένου να σωθεί η ζωή του και να παραμείνει σε κατάσταση εγρήγορσης.
Μετά από μια κρανιοεγκεφαλική κάκωση με γενικευμένη διαταραχή στη λειτουργία του εγκεφάλου συνήθως αυτό που παρατηρείται είναι μια μικρή έως πάρα πολύ μεγάλη υποφυσιακή «ανεπάρκεια» μετατραυματικής αιτιολογίας.
Μετά τις κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και τους τραυματισμούς του εγκεφάλου, εφόσον ο ασθενής επιζήσει άσχετα μ’ όλα τα νευρολογικά ή ψυχιατρικά συμπτώματα που παρουσιάζει, συνήθως ένα κύριο σημείο διαταραχής είναι η συμπεριφορά του.
Κυρίως μετά απ’ ένα εγκεφαλικό τραύμα παρουσιάζεται μια κλινική εικόνα που κατά κύριο λόγο χαρακτηρίζεται με την έλλειψη «ορμής», δηλαδή με μια χαρακτηριστική απάθεια.
Πέρα από τις οποιεσδήποτε διαταραχές και «ψυχολογικές» συμπεριφορές, χαρακτηριστικό σύμπτωμα για ασθενείς με εγκεφαλικά τραύματα είναι οι σεξουαλικές διαταραχές∙ υπάρχει μια τάση για ανοργασμικότητα, διαταραχές της στύσης και κυρίως της σεξουαλικής διέγερσης.
Μετά από μια κρανιοεγκεφαλική κάκωση σχεδόν πάντα έχουμε και μια προσβολή της υπόφυσης.