H υποφυσιακή «ανεπάρκεια»
Μετά από μια κρανιοεγκεφαλική κάκωση με γενικευμένη διαταραχή στη λειτουργία του εγκεφάλου συνήθως αυτό που παρατηρείται είναι μια μικρή έως πάρα πολύ μεγάλη υποφυσιακή «ανεπάρκεια» μετατραυματικής αιτιολογίας.
Μετά από μια κρανιοεγκεφαλική κάκωση με γενικευμένη διαταραχή στη λειτουργία του εγκεφάλου συνήθως αυτό που παρατηρείται είναι μια μικρή έως πάρα πολύ μεγάλη υποφυσιακή «ανεπάρκεια» μετατραυματικής αιτιολογίας.
Πέρα από τις οποιεσδήποτε διαταραχές και «ψυχολογικές» συμπεριφορές, χαρακτηριστικό σύμπτωμα για ασθενείς με εγκεφαλικά τραύματα είναι οι σεξουαλικές διαταραχές∙ υπάρχει μια τάση για ανοργασμικότητα, διαταραχές της στύσης και κυρίως της σεξουαλικής διέγερσης.
Μετά από κάθε εγκεφαλικό τραύμα συνέπεια μιας κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης πάντα έχουμε μια μικρή ή μεγάλη διαταραχή του ισοζυγίου των ορμονών.
Πρόκειται για ιδιόμορφα τραύματα που έχουν πολυπαραγοντικό χαρακτήρα και απαιτούν ανάλογη προσέγγιση
Με την πρόοδο της τεχνολογίας και των διαφόρων διαγνωστικών μεθόδων που αφορούν τη νευροψυχιατρική, τα τελευταία χρόνια έχει γίνει ένα τεράστιο γνωστικό άλμα σε πολλές ασθένειες, έτσι ώστε πλέον όσο περνάει ο καιρός τα λεγόμενα εκφυλιστικά νοσήματα αγνώστου αιτιολογίας να περνάει σιγά σιγά στην ιστορία ή στην αποκάλυψη
Ένα χτύπημα στο κεφάλι μεταδίδει τη ροπή του προς διαφορετικές κατευθύνσεις προς τα κάτω, πλάγια, οριζόντια, κάθετα
Ο κερατόκωνος είναι μια οφθαλμική νόσος που έχει να κάνει με τη δυστροφία του κεντρικού κερατοειδούς
Μια μικρή ή μεγάλη τραυματική επιπλοκή του εγκεφάλου, ιδιαίτερα με το σύγχρονο τρόπο ζωής, είναι κάτι πολύ συνηθισμένο
Στις περιπτώσεις αυτές, πρόκειται για μώλωπες που περιορίζονται στους οφθαλμικούς κόγχους, αμφοτερόπλευρα, και είναι σημάδι κάποιας τοπικής αιμορραγίας, παρουσιάζονται συνήθως μετά από κατάγματα της βάσης του κρανίου
Πρόκειται για μια εγκεφαλική διαδικασία, που κατά περιπτώσεις ακολουθεί το τραύμα.
Η δευτερογενής εκφύλιση συμβαίνει κατά κύριο λόγο σε τραυματικές καταστάσεις στο εγκέφαλο και σε διάφορα κύτταρα, που αρχίζουν να εκφυλίζονται περίπου εικοσιτέσσερις ώρες μετά το τραύμα.