«Υποφυσιακή» ευαισθησία και εγκεφαλικά τραύματα
Ύστερα από ένα μικρό ή μεγάλο τραύμα σχεδόν πάντοτε μια «υποφυσιακή» διαταραχή παραμένει για χρόνια.
Ύστερα από ένα μικρό ή μεγάλο τραύμα σχεδόν πάντοτε μια «υποφυσιακή» διαταραχή παραμένει για χρόνια.
Μετά από μια κρανιοεγκεφαλική κάκωση εμφανίζεται συνήθως κατά κανόνα μια διαταραχή της συγκέντρωσης για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Το συμπλήρωμα ορμονικών ελλείψεων δεν έχει καμία σχέση με το χρόνο εμφάνισης των ελλείψεων∙ όποτε αυτές γίνουν αντιληπτές και όπως παρουσιαστούν γιατί τις περισσότερες φορές μπορεί και να «υποβόσκουν», πρέπει να γίνεται άμεσα μια συμπλήρωση αυτών των ορμονών.
Πολλά άτομα είναι προδιατεθειμένα για ορισμένες ορμονικές διαταραχές λόγω γενετικών ή προϋπαρχόντων κλινικών διαταραχών.
Οι ορμονικές διαταραχές που προκύπτουν μετά απ’ ένα εγκεφαλικό τραύμα μπορεί να είναι και χρόνιες, αν δεν γίνει έγκαιρα η αναγνώριση των συνεπειών τους.
Στις κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, όπου ο εγκέφαλος τραυματίζεται σε διάφορες θέσεις αλλά κατά κύριο λόγο παρουσιάζει μια μικρή ή μεγάλη υποφυσιακή διαταραχή, υπάρχει πάρα πολύ μεγάλος κίνδυνος να δημιουργηθούν προϋποθέσεις για μια δυσάρεστη κατάληξη μετά από σοκ.
Μετά από μια κρανιοεγκεφαλική κάκωση συγκεκριμένες ορμόνες πρέπει να είναι κάτω από συνεχή έλεγχο∙ κυρίως αυτές που μας ενδιαφέρουν σε «πρώτο πλάνο» είναι οι αναπτυξιακές ορμόνες, οι ορμόνες του θυρεοειδούς, η κορτιζόλη και η προλακτίνη.
Η νόσος του Hashimoto βασίζεται σε μια δυσλειτουργία μεταξύ εγκεφάλου, υπόφυσης και θυρεοειδούς αδένα.
Στα εγκεφαλικά τραύματα η πρώτη φροντίδα είναι να αποκατασταθεί ο ασθενής και να ληφθούν εκείνα τα επείγοντα ιατρικά μέτρα, προκειμένου να σωθεί η ζωή του και να παραμείνει σε κατάσταση εγρήγορση
Η υπόφυση είναι ένας αδένας σε μέγεθος μπιζελιού που κρέμεται μ΄ έναν μίσxο από τον υποθάλαμο του εγκεφάλου.
Στα εγκεφαλικά τραύματα η πρώτη φροντίδα είναι να αποκατασταθεί ο ασθενής και να ληφθούν εκείνα τα επείγοντα ιατρικά μέτρα, προκειμένου να σωθεί η ζωή του και να παραμείνει σε κατάσταση εγρήγορσης.
Μετά από μια κρανιοεγκεφαλική κάκωση με γενικευμένη διαταραχή στη λειτουργία του εγκεφάλου συνήθως αυτό που παρατηρείται είναι μια μικρή έως πάρα πολύ μεγάλη υποφυσιακή «ανεπάρκεια» μετατραυματικής αιτιολογίας.
Κυρίως μετά απ’ ένα εγκεφαλικό τραύμα παρουσιάζεται μια κλινική εικόνα που κατά κύριο λόγο χαρακτηρίζεται με την έλλειψη «ορμής», δηλαδή με μια χαρακτηριστική απάθεια.
Πέρα από τις οποιεσδήποτε διαταραχές και «ψυχολογικές» συμπεριφορές, χαρακτηριστικό σύμπτωμα για ασθενείς με εγκεφαλικά τραύματα είναι οι σεξουαλικές διαταραχές∙ υπάρχει μια τάση για ανοργασμικότητα, διαταραχές της στύσης και κυρίως της σεξουαλικής διέγερσης.
Μετά από μια κρανιοεγκεφαλική κάκωση σχεδόν πάντα έχουμε και μια προσβολή της υπόφυσης.
Στην Ελλάδα τα άτομα με μικρές ή μεγάλες εγκεφαλικές κακώσεις όπου δεν γίνεται ο προσδιορισμός της τεστοστερόνης μετά απ’ αυτές υπολογίζονται πάνω από πέντε με έξι χιλιάδες το χρόνο.
Η υπόφυση η οποία κρέμεται μ΄ έναν μικρό μίσχο από τον υποθάλαμο εντός του τουρκικού εφιππίου μέσα στο κρανίο είναι ευάλωτη στις κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις λόγω των μικρών «οστικών» κυμάτων.
Η τεστοστερόνη που παράγεται μέσω της υπόφυσης του εγκεφάλου μετά από εγκεφαλικές διαδικασίες «ενοχλείται» από μια κρανιοεγκεφαλική κάκωση.
Σ’ όλα τα εγκεφαλικά τραύματα σε μικρό ή μεγάλο βαθμό έχουμε μια χαρακτηριστική αντίδραση του οργανισμού∙ εκεί φαίνεται ότι ο οργανισμός του ανθρώπου έχει την ιδιότητα να αναβάλλει μεταβολικές λειτουργίες με βάση τις ορμόνες, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η επείγουσα κατάσταση απ’ το σώμα.
Μετά από κάθε εγκεφαλικό τραύμα συνέπεια μιας κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης πάντα έχουμε μια μικρή ή μεγάλη διαταραχή του ισοζυγίου των ορμονών.