Οι «προεκτάσεις» των νευρικών απολήξεων στο νωτιαίο μυελό
Κάθε φορά που παρουσιάζεται μια τραυματική διαταραχή του νωτιαίου μυελού αρχίζουν τα εναπομείναντα κύτταρα σιγά σιγά και αναπλάθονται «δημιουργώντας» νέες προεκτάσεις.
Κάθε φορά που παρουσιάζεται μια τραυματική διαταραχή του νωτιαίου μυελού αρχίζουν τα εναπομείναντα κύτταρα σιγά σιγά και αναπλάθονται «δημιουργώντας» νέες προεκτάσεις.
Μέχρι τώρα ήταν άγνωστο αν υπάρχει κάτι τέτοιο, τελικά όμως ουσιαστικές έρευνες έχουν δείξει τον τελευταίο καιρό ότι υφίσταται ένας παρόμοιος μηχανισμός.
Τα τελευταία χρόνια έχει δημιουργηθεί μια αντλία αντισωμάτων, η οποία βοηθάει στη «γεφυροποίηση» τραυματικών θέσεων του νωτιαίου μυελού.
Συγκεκριμένα αντισώματα «παράγονται» σε ιατρικά πειράματα, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για τη θεραπεία των μετατραυματικών παραλύσεων του νωτιαίου μυελού.
Ο νωτιαίος μυελός είναι το μαλακό μόριο του κεντρικού νευρικού συστήματος που βρίσκεται εντός του σπονδυλικού σωλήνα∙ οι τραυματισμοί της σπονδυλικής στήλης έχουν αντίκτυπο εκεί.
Ο νωτιαίος μυελός είναι ο κύριος διαβιβαστής εντολών από το περιφερικό νευρικό σύστημα προς τον εγκέφαλο και αντίστροφα∙ κατά κύριο λόγο οι λειτουργίες του αφορούν την μεταβίβαση σημάτων που αφορούν την αισθητικότητα, τον πόνο και την κίνηση.
Οι παραλύσεις που δημιουργούνται από τα τραύματα του νωτιαίου μυελού είναι από τις πλέον επικίνδυνες και πιο δύσκολα θεραπεύσιμες καταστάσεις στη νευρολογία.
Η νόσος του Alzheimer κατά ένα μεγάλο ποσοστό προκύπτει από μια δυσλειτουργία του εγκεφαλικού αιματικού φραγμού, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την είσοδο και έξοδο της πρωτεΐνης του β-αμυλοειδούς, της οποίας η παθολογική συγκέντρωση δημιουργεί αυτήν τη νόσο.
Η ηλικία παίζει ένα πάρα πολύ σημαντικό ρόλο σε ότι αφορά την άμυνα του οργανισμού.
Όταν ο εγκέφαλος αρρωσταίνει ή πάσχει από διάφορες παθολογικές καταστάσεις, οπωσδήποτε χρειάζεται μια επιπλέον αμυντική δραστηριότητα.
Ο εγκεφαλικός αιματικός φραγμός που περιβάλλει ενδοθηλιακά κύτταρα στον εγκέφαλο είναι ένα «δίχτυ», το οποίο χαρακτηρίζεται από «πυκνές» συνδέσεις που αφήνουν μεταξύ τους κάποια κενά.
Οι βασικοί προσδιορισμοί των πρωτεϊνών «β-αμυλοειδούς» και TAU και ιδιαίτερα στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό αποτελούν από τους πλέον πληροφοριακούς και επιστημονικά τεκμηριωμένους «δείκτες», σε ότι αφορά την πιστοποίηση της νόσου του Alzheimer.
Όπως έχουν δείξει οι έρευνες από την εποχή που ο Αλοΐσιος Αλτσχάιμερ έβγαλε την ομώνυμη διάγνωση για αυτήν τη μορφή άνοιας μέχρι τώρα, η παθογένεια της νόσου βασίζεται στο γεγονός της παθολογικής συγκέντρωσης του β-αμυλοειδούς στον εγκέφαλο.
Όσο και αν φαίνεται περίεργο και πάρα τις χιλιάδες έρευνες που γίνονται τα τελευταία χρόνια, δεν έχει βρεθεί ακόμη ακριβώς ο τρόπος δράσης και η λειτουργία του β-αμυλοειδούς στον εγκέφαλο.
Μέσω κάποιου αντισώματος δημιουργείται ένα «συμπλήρωμα» το οποίο έχει μάλλον γενετική προδιάθεση και καταλήγει στη δέσμευση της πρωτεΐνης C1 με την ανοσοσφαιρίνη ΙgG.
Τα τελευταία χρόνια λόγω των νέων τεχνικών προδιαγραφών και διαγνωστικών μέτρων, στην έρευνα της σκλήρυνσης κατά πλάκας εμφανίστηκε μια νοσολογική παράμετρος η οποία είναι η οπτική νευρομυελίτιδα.
Σύμφωνα με τις έρευνες που έγιναν τον τελευταίο καιρό, η οπτική νευρομυελίτιδα, υφιστάμενης μιας γενετικής προδιάθεσης, κατά κύριο λόγο παρουσιάζεται σαν διαταραχή στην περιοχή του οπτικού νεύρου και του νωτιαίου μυελού κυρίως λόγω μικροαγγειακών βλαβών∙ οι παρατηρήσεις έχουν δείξει ότι στην ουσία εκεί «ξεκινάει» η όλη παθογένεια της νόσου.
Σύμφωνα με συγκεκριμένη έρευνα που έγινε μέσω των νέων διαγνωστικών μέτρων, η οπτική νευρομυελίτιδα αποτελεί μια «ξεχωριστή» νόσο η οποία κατά κύριο λόγο προσβάλλει οπτικά νεύρα και συγκεκριμένα σημεία του νωτιαίου μυελού.
Η οπτική νευρομυελίτιδα χαρακτηρίζεται κυρίως από απώλεια της όρασης, διαταραχές από το νωτιαίο μυελό και ψυχολογικά συμπτώματα.
Η οπτική νευρομυελίτιδα είναι μια κατάσταση που τώρα τελευταία εμφανίζεται όλο και τακτικότερα λόγω της πληθώρας των διαγνωστικών δυνατοτήτων.