Πάρκινσον, επιληψία και ύπνος
Σε προχωρημένες ηλικίες τακτικά το πάρκινσον, η επιληψία και ο ύπνος συναντώνται στη συμπτωματολογία και επηρεάζεται πάρα πολύ το ένα με το άλλο.
Σε προχωρημένες ηλικίες τακτικά το πάρκινσον, η επιληψία και ο ύπνος συναντώνται στη συμπτωματολογία και επηρεάζεται πάρα πολύ το ένα με το άλλο.
Η απάθεια του προσώπου η οποία κατά κύριο λόγο συνοδεύεται και με διαταραχές της ομιλίας κατά την οποία η γλώσσα ή «ρολάρει» ή έχει πολύ άσχημη άρθρωση μέχρι και σημείο να υπάρχει πλήρης ανεπάρκεια λόγου, είναι από τα χαρακτηριστικά των παρκινσονικών διαταραχών.
Η δυστονία αποτελεί ένα πολύ μεγάλο κεφάλαιο σε ότι αφορά τη νόσο του πάρκινσον, του άτυπου πάρκινσον ή τον παρκινσονισμό.
Ένα πάρα πολύ μεγάλο πρόβλημα στο άτυπο πάρκινσον και ιδιαίτερα στην ατροφία πολλαπλών συστημάτων είναι η εμφάνιση διαταραχών της ούρησης ή με τη μορφή επιτακτικής ούρησης ακόμα και στη σκέψη ότι πρέπει να πάει κάποιος στην τουαλέτα ή με ελαφριά ακράτεια η οποία επιβάλει πολλές φορές την εφαρμογή προστασίας (καθετήρας, πάνες ακράτειας).
Οι διαταραχές της ισορροπίας είναι το κύριο χαρακτηριστικό στην ατροφία πολλαπλών συστημάτων, ιδιαίτερα σ΄ εκείνες τις περιπτώσεις που αυτή η μορφή της ατροφίας προσβάλει κυρίως και τις παρεγκεφαλιδικές δομές.
Στην ατροφία πολλαπλών συστημάτων που κατά κύριο λόγο εμφανίζεται σχεδόν με καθαρή συμπτωματολογία πάρκινσον, υπάρχει αυτή η εικόνα που μοιάζει πολύ με το σύνδρομο του πάρκινσον διότι κατά κύριο λόγο στην περιοχή των βασικών γαγγλίων του εγκεφάλου έχουν προσβληθεί εκείνα τα κύτταρα που παράγουν την ντοπαμίνη, ουσία βασική για την εκτέλεση κινήσεων, σκέψης και ψυχικών συναισθημάτων.
Στις περιπτώσεις που παρατηρούμε αμιγείς διαταραχές του αυτόνομου νευρικού συστήματος ταυτόχρονα με συμπτωματολογία που μοιάζει με τη νόσο του πάρκινσον, όπως τρόμο των χεριών ή ξαφνικές ακινησίες, τότε κατά κανόνα έχουμε να αντιμετωπίσουμε μία μορφή άτυπου συνδρόμου πάρκινσον, όπως είναι αυτό της ατροφίας πολλαπλών συστημάτων.
Ανάλογα με τις αυξομειώσεις της συμπτωματολογίας των καρδιοεγκεφαλικών παθήσεων αλλάζει και η σύνθεση του αίματος του ασθενούς κατά περίπτωση.
Εκατό δισεκατομμύρια υπολογίζονται τα βακτηρίδια που κυκλοφορούν στο έντερο και τα περισσότερα από αυτά δεν προσβάλλονται από τα συνηθισμένα αντιβιοτικά.
Η διαταραχή της προσοχής στην επιληψία αποτελεί σχεδόν κανόνα και μόνο σε ελάχιστες κυριολεκτικά περιπτώσεις δεν εμφανίζεται.
Υπάρχει μία κατάσταση διαταραχής του ύπνου η οποία είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη και πρέπει κανείς να την προσέξει, διότι τις περισσότερες φορές συνδέεται με διαταραχές του αίματος, ίσως κακοήθους χαρακτήρα.
Η διαρκής συγκέντρωση της προσοχής, αυτό που οι Άγγλοι ερευνητές το έχουν ονομάσει «maintain alertness», είναι μία διαδικασία η οποία απαιτεί συνεργασία τόσο του πρόσθιου όσο και του βρεγματικού λοβού.
Η νευρογλοία είναι η δομή γύρω από του νευρώνες σε όλο το κεντρικό νευρικό σύστημα, δηλαδή τόσο στον εγκέφαλο όσο και στο νωτιαίο μυελό, η οποία προστατεύει και «τροφοδοτεί» αυτά.
Η έλικα του προσαγωγίου είναι μία περιοχή στο κεντρικό νευρικό σύστημα και μάλιστα στον εγκέφαλο αμέσως «κάτω» από τη φαιά ουσία, η οποία μεταξύ άλλων ρυθμίζει και την αντίληψη του πόνου από διάφορα σημεία.
Εδώ και πολύ καιρό είναι γνωστό ότι η έλικα του προσαγωγίου, δηλαδή το κέντρο εκτίμησης της έντασης του πόνου στον εγκέφαλο, επιδέχεται και μη αναλγητικούς θεραπευτικούς τρόπους, όπως π.χ. η ύπνωση ή τα ψυχοφάρμακα.
Οι μακροχρόνιες έρευνες στον τομέα της επιληψίας έδειξαν ότι οι ρυθμιστές κυριολεκτικά της καθημερινότητας της ζωής μας είναι μικρά, στοιχειώδη τμήματα του μορίου τα οποία λέγονται ιόντα˙ είναι ουσιαστικά τμήματα ηλεκτρικού φορτίου που το μεταφέρουν από το ένα μέρος στο άλλο, παράγοντας έτσι ηλεκτρικό ρεύμα.
Οι νευρολογικές θεραπείες είναι κάτι καινούργιο και αφορούν κυρίως την τελευταία δεκαετία τις νευροεπιστήμες.
Κατά τη διάρκεια μίας θεραπευτικής αγωγής των ασθενών με προβλήματα επιληψίας προέκυψαν νέες γνώσεις σε ότι αφορά τη λειτουργία του εγκεφάλου.
Τα εγκεφαλικά τραύματα ή κρανιοκακώσεις αποτελούν μία καθημερινότητα στην κλινική ρουτίνα, ιδιαίτερα του νοσοκομείου.
Αρκετές περιπτώσεις επιληψιών, ιδιαίτερα του κροταφικού λοβού, συνδέονται με μία μείωση της αντίληψης.