Ο μηχανισμός της αδενοσίνης και η καφεΐνη κατά τη διάρκεια του ύπνου
Ο ύπνος ρυθμίζεται κατά κύριο λόγο από τη λειτουργία της αδενοσίνης, η οποία είναι απαραίτητος νευροδιαβιβαστής προκειμένου να λάβουν χώρα τα διάφορα στάδια του ύπνου.
Ο ύπνος ρυθμίζεται κατά κύριο λόγο από τη λειτουργία της αδενοσίνης, η οποία είναι απαραίτητος νευροδιαβιβαστής προκειμένου να λάβουν χώρα τα διάφορα στάδια του ύπνου.
Η ασυνείδητη σεξουαλική παρόρμηση κατά την διάρκεια του ύπνου αποτελεί ουσιαστικά μια διαταραχή που ανήκει στα νοσήματα του ύπνου, που χαρακτηρίζονται παραϋπνίες.
Μακροχρόνιες έρευνες, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, έχουν δείξει με τα αποτελέσματά τους ότι υπάρχει μία σειρά νοσημάτων, όπως είναι το πάρκινσον, οι επιληπτικές κρίσεις αλλά κυρίως η κατάθλιψη, που έχουν έναν σημαντικό «προπομπό».
Η διαταραχή του ύπνου συνήθως βασίζεται στην έλλειψη ή στον «κακό» μεταβολισμό κάποιων από τους πολλούς νευροδιαβιβαστές ή συνδυασμό αυτών στον εγκέφαλο.
Αυτή η τριάδα παρουσιάζεται τακτικά και μπορεί να συνοδεύεται πολλές φορές και από επιληπτικές κρίσεις σε μία ιδιόμορφη παθολογική εικόνα που αποκαλείται τελευταία και «άνοια του τύπου Lewy».
Ο θάλαμος είναι ένας σχηματισμός που βρίσκεται περίπου στο κέντρο του εγκεφάλου και κατέχει το ρόλο του «διακόπτη».
Ο εγκέφαλος είναι ένα λειτουργικό όργανο που δέχεται κυρίως σωματοαισθητικές εμπειρίες ανά πάσα στιγμή από το περιβάλλον˙ επόμενο είναι να «φιλτράρει» τα ερεθίσματα σε ωφέλιμα και μη.
Τα άτομα με υπερδιεγερτική προδιάθεση είναι κατά κύριο λόγο άτομα που πάσχουν από αϋπνία.
Υπάρχουν ορισμένες μορφές επιληψίας οι οποίες «εκφράζονται» συμπτωματολογικά κατά τη διάρκεια του ύπνου ή αμέσως μετά την αφύπνιση.
Αυτό το σύνδρομο είναι χαρακτηριστικό σε περιπτώσεις διαταραχής των πρώτων σταδίων του ύπνου.
Χαρακτηριστικό στοιχείο της οικογενειακής κακοήθους αϋπνίας είναι η έντονη διαταραχή των διάφορων σταδίων του ύπνου όπου ελαττώνεται η διάρκειά τους.
Η νόσος του Parkinson αποτελεί μια από τις χαρακτηριστικές κλινικές εικόνες που αρχίζει κατά κύριο λόγο με διαταραχές του ύπνου.
Σύμφωνα με την έρευνα στη Βιονευρολογική έχουμε διαπιστώσει με τη χρήση της εικοσιτετράωρης καταγραφής του ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος ότι κατά τη διάρκεια της ημέρας τακτικά παρουσιάζεται μια εικόνα με διαταραχές του ύπνου και ταυτόχρονη υπνηλία
Ο ύπνος του επιληπτικού παιδιού διαφέρει πάρα πολύ από αυτόν του υγιούς
Διάρκεια κρίσης στον ύπνο Η διάρκεια της κρίσης στον ύπνο «παίζει», από σύνδρομο σε σύνδρομο, διαφορετικά. Δηλαδή, εάν έχουμε αμιγή διαταραχή ύπνου , τότε η εμφανιζόμενη κρίση μπορεί να είναι μια και για αρκετά λεπτά, έως τριάντα με σαράντα λεπτά. Ενώ αντίθετα, εάν έχουμε αμιγείς κρίσεις , χωρίς τις διαταραχές του ύπνου , όπως π.χ. […]
Χωρίς αμφιβολία, το εικοσιτετράωρο ηλεκτροεγκεφαλογράφημα στα παιδιά με επιληπτικά σύνδρομα «φανερώνει» πολύ περισσότερα από ότι το απλό και δίνει πολλές φορές ουσιαστικές λύσεις και πληροφορίες για την περαιτέρω θεραπευτική αγωγή του προβλήματος τους
Σε πολύωρες καταγραφές ηλεκτροεγκεφαλογραφημάτων, που έχουμε κάνεις εδώ στη Βιονευρολογική, πάρα πολύ τακτικά στην εφηβική και παιδική ηλικία είδαμε μια εμφάνιση των λεγόμενων μεγάλων επιληπτικών κρίσεων, ιδιαίτερα μετά την εγρήγορση («ξύπνημα»), καθώς επίσης και μια εντατικοποίηση, πάλι στις ίδιες ηλικίες, της λεγόμενης νεανικής μυοκλονικής επιληψίας
Από τη δική μας εμπειρία, χαρακτηριστικά στοιχεία μπορεί να εμφανίζουν ορισμένες μορφές επιληψίας στα παιδιά, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για την αμφιλεγόμενη ρολάνδειο επιληψία ή για τις επιληπτικές δομές του πρόσθιου μετωπιαίου λοβού
Πολλαπλές καταγραφές σε διάφορες ασθενείς με επιληπτικά σύνδρομα πολύωρων ηλεκτροεγκεφαλογραφικών εξετάσεων έχουν δείξει ότι η εμφάνιση των κρίσεων «προτιμάει» να εμφανίζεται κατά την περίοδο του βαθέως ύπνου και ιδιαίτερα στα πρώτα στάδια, ενώ εμφανίζεται πολύ σπάνια στο βαθύ ύπνου, εφόσον υπάρχει και δεν έχει διαταραχθεί και κατά τη διάρκεια του σταδίου REM
Στη Βιονευρολογική, πάντοτε σε όλους σχεδόν τους διαγνωστικούς ελέγχους, δίνουμε μεγάλη σημασία στην ποσότητα της περιεκτικότητας του οργανισμού σε χρονοορμόνες, οι οποίες είναι η μελατονίνη και η κορτιζόλη