«Déjà vu» και επιληψία
Το déjà vu είναι μία χαρακτηριστική αίσθηση όπου ο ασθενής φαντάζεται ότι ξαναζεί μία κατάσταση που έχει βιώσει.
Το déjà vu είναι μία χαρακτηριστική αίσθηση όπου ο ασθενής φαντάζεται ότι ξαναζεί μία κατάσταση που έχει βιώσει.
Η μαγνητική τομογραφία στον ιό του έρπητα σημειακά δείχνει σε ορισμένες περιπτώσεις τις λεγόμενες διαταραχές Τ2 οι οποίες σε σύγκριση με τις διαταραχές Τ1 πάντοτε είναι συγκεκριμένες γι’ αυτήν την περίπτωση.
Αναμφισβήτητα πρόκειται για μία έντονη διαταραχή η οποία προκαλεί πάρα πολλά και μεγάλα προβλήματα διότι τον τελευταίο καιρό δείχνει ότι υπάρχει μία αυξημένη τάση νέων συμπτωμάτων.
Η καψαϊκίνη όπως έχουμε αναφέρει είναι ένα μόριο-υποδοχέας το οποίο παίζει το ρόλο ενός διαύλου ιόντων.
Μέχρι τώρα η άθροιση των προσταγλανδινών στην περιφέρεια του σώματος και η ενεργοποίηση επώδυνων καταστάσεων δημιουργούσαν πάρα πολλά προβλήματα και μία αναλγητική θεραπεία γινόταν με διάφορα φάρμακα με ουσιαστικές παρενέργειες, κυρίως από το έντερο, το στομάχι και τους βλεννογόνους.
Η κριτική ικανότητα έχει σαν βάση της την προσοχή η οποία είναι αυτή που τροφοδοτεί τον εγκέφαλο με παρατηρήσεις εξωτερικών γεγονότων και ερεθισμάτων αλλά ταυτόχρονα του δίνει τη δυνατότητα κρίσης και αντιμετώπισης τυχόν λανθασμένων επικρίσεων.
Μέσα στον εγκέφαλο σε ορισμένες καταστάσεις, τραυματικές, λοιμώδεις κ.τ.λ., δημιουργείται ένας ερεθισμός κάποιων κυττάρων τα οποία μέσω αυτού του αιτίου οδηγούνται σε μία υπερσύγχρονη δραστηριότητα εκφορτίσεων.
Όπως έχουν δείξει μακροχρόνιες έρευνες, κατά κύριο λόγο σε θεραπευτικά «ανθεκτικές» επιληψίες υπάρχει το πρόβλημα των παρακαμπτηρίων νευρωνικών τόξων.
Οι σύγχρονες έρευνες έχουν δείξει ότι το κύριο μέρος της θεραπείας της επιληψίας κρύβεται στην πρόβλεψη.
Ένας τρόπος να προβλεφθούν οι επιληπτικές κρίσεις και να γίνει η σωστή προληπτική θεραπευτική τους αγωγή είναι η συλλογή νευροφυσιολογικών-ηλεκτροεγκεφαλογραφικών στοιχείων ή σε μακροχρόνια διαστήματα, δηλαδή διάρκειας ημερών, ή κατά περιόδους ανάλογα με την περίπτωση.
Οι πολύχρονες ηλεκτροεγκεφαλογραφικές έρευνες που γίνονται σε ασθενείς με ελαφρές και βαριές μορφές επιληπτικών κρίσεων προσδιόρισαν ένα ουσιαστικό στοιχείο για τη θεραπευτική τους αντιμετώπιση.
Η λοραταδίνη είναι ένα αντισταμινικό φάρμακο το οποίο παράχθηκε μετά από πολλές έρευνες.
Όσον αφορά τη θεραπεία των επιληπτικών κρίσεων μέχρι σήμερα ο εντοπισμός τους, η διαγνωστική τους κατανόηση και ο διαχωρισμός τους σε θεραπευτικές ομάδες αποτελούν μεγάλο πρόβλημα ώστε να εφαρμοστεί αναλογική τυπολογική θεραπεία.
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι έτσι κατασκευασμένος ώστε να υπάρχει πάντοτε προδιάθεση για επιληπτικές κρίσεις.
Το ρίσκο για μία επιληπτική κρίση ή «αντίδραση» υπάρχει θεωρητικά σε κάθε εγκέφαλο.
Τα κύτταρα του εγκεφάλου και κυρίως ορισμένων περιοχών αυτού, όπως είναι του ιππόκαμπου, της αμυγδαλής και του κροταφικού λοβού, είναι έτσι κατασκευασμένα ώστε να διαθέτουν συγκεκριμένα όρια αντοχής σε ότι αφορά την «απόδοσή» τους.
Οι επιληπτικές κρίσεις συνοδεύονται με διαφορετική συμπτωματολογία κάθε φορά.
Η σημερινή κοινωνία πάσχει συνεχώς από ένα έλλειμμα ικανοποίησης.
Μία πολύ σοβαρή έρευνα του πανεπιστημίου Άλμπερτ Αϊνστάιν της Νέας Υόρκης πιστοποίησε τη σχέση βλέμματος και έκκρισης ντοπαμίνης.
Στην πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα οι Γερμανοί ερευνητές του πανεπιστημίου του Μούνστερ πιστοποίησαν έναν εγκεφαλικό μηχανισμό πρόληψης και προστασίας στον εγκέφαλο που λειτουργεί με βάση τη δράση της ντοπαμίνης.